Κυριακή, Απριλίου 30, 2006

Η μικρή μας πόλη

Να απαντήσω στον φίλτατο αναγνώστη του blog μου που θέλει να μάθει ποια είναι η πόλη αυτή όπου για τις γυναίκες είναι κάθε μέρα Χριστούγεννα, και να πω ότι πρόκειται για τα Χανιά, ενώ η μεγάλη ευρωπαϊκή πόλη στην οποία είχα επίσης την τύχη να ζήσω έστω και για λίγο είναι το Λονδίνο. Όντως το φαινόμενο που περιγράφω μπορεί να παρατηρηθεί σε διαφορετική κλίμακα σε πολλά διαφορετικά μέρη. Όταν ήμουν φοιτήτρια με ρωτούσαν παιδιά από άλλες πόλεις αν είναι αλήθεια αυτό που είχαν ακούσει ότι στα Χανιά για να βγάλεις γκόμενα θα πρέπει οπωσδήποτε να έχεις αυτοκίνητο. Και τους έλεγα ναι. Πολλά λέγονται για τη νοοτροπία των κατοίκων αυτής της πόλης, ακόμη και οι ίδιοι οι χανιώτες αποστρέφονται τα "ψώνια", δεν κάνουν όμως και τίποτα ώστε να πάψουν να συγκαταλέγονται ανάμεσα σε αυτά και έτσι διαιωνίζεται μια κατάσταση που εγώ πιστεύω ότι σε κανέναν δεν αρέσει πραγματικά (εκτός από αυτούς που τα κονομάνε πουλώντας μούρη).

Ίσως το πιο επαναστατικό και επαίσχυντο πράγμα που μπορεί να κάνει κανείς εδώ είναι να 'ναι ο εαυτός του. Χωρίς να λέω ότι δεν υπάρχουν και άτομα που έχουν ξεφύγει από τη λούμπα αυτή και που αξιέπαινα απέχουν από το όλο πανηγύρι.

Παρασκευή, Απριλίου 28, 2006

Η γυναίκα χριστουγεννιάτικο δέντρο

Βγήκα λοιπόν χθες και μετά από πολύ καιρό πήγα ξανά σε ένα μαγαζί όπου μαζεύεται σταθερά όλο το ανφάν γκατέ της μικρής μας πόλης. Τα ψώνια, ας πούμε; Ας το πούμε. Έχω προ πολλού ξεπεράσει το κόμπλεξ του πώς θα φαίνομαι εγώ ανάμεσα σε κοπέλες που νομίζεις ότι έχουν ρίξει πάνω τους πέντε μεροκάματα για να είναι ντυμένες και φτιαγμένες ακριβώς όπως στο τελευταίο τεύχος των περιοδικών μόδας. Την έχω βαρεθεί τη μόδα γιατί στη ζωή μου δεν έχει πραγματοποιήσει όσα υπόσχεται. Στα περιοδικά θα δεις κοπέλες όμορφες, που φαίνονται ευτυχείς, ποθητές, τέλειες. Και εγώ σου λέω ότι τα καταφέρνεις και γίνεσαι ακριβώς έτσι, ότι έχεις πετύχει τη σούπερ ντούπερ εμφάνιση, τι διαφορά θα κάνει στη ζωή σου; Να σας πω εγώ που έχω περάσει το στάδιο κοκετίτσα: καμία. Αν εγώ περνάω καλά με την παρέα μου, έχω τους φίλους μου, τον φίλο μου, είμαι χαλαρή και περνάω καλά, γιατί να κάτσω να πάθω υστερία για το αν ταιριάζει τέλεια αυτό και αυτό το κομμάτι, αν έχω εξοπλιστεί με όλα τα αξεσουάρ μόδας και αν έχω πετύχει επαρκώς το στυλ που προσπάθησα να ξεσηκώσω από το περιοδικό; Πιο δύσκολη δεν θα γίνει η ζωή μου έτσι, και πιο άσκοπα περίπλοκη; Δεν είμαι ενάντια στο να είναι μια γυναίκα περιποιημένη. Το αντίθετο. Είναι γυναίκες καλοβαλμένες που τις βλέπω και τις χαίρομαι πραγματικά. Και εγώ περιποιούμαι τον εαυτό μου και τον φροντίζω. Αλλά όχι μέχρι υστερίας. Άσε που αυτό δίνει την αντίθετη εντύπωση από αυτήν που στην πραγματικότητα είναι ο στόχος. Διαβάζοντας αγγλικά γυναικεία περιοδικά έβλεπα συνεχώς να επαναλαμβάνεται μια λέξη στις περιγραφές των γυναικών που θεωρούνταν ως έχουσες το τέλειο στυλ: effortless. Effortlessly cool γράφανε, σαν να μην προσπάθησε καν. Ή το άλλο, "She dresses to please herself, not the lens or men, she looks like she's too busy living to give a damn". Αυτό είναι ένα πρότυπο εντελώς διαφορετικό και ομολογώ ότι είναι πολύ πιο κοντά σε αυτό που έχω στο μυαλό μου. Η γυναίκα που θα περιποιηθεί τον εαυτό της, θα χαρεί με τα ρούχα της, με το μακιγιάζ, με τα μαλλιά, αλλά μέχρι ενός σημείου, ξέρει ότι μεγαλύτερη σημασία έχουν άλλα πράγματα. Η εντύπωση που είχα χθες το βράδυ από πολλές κοπέλες που έβλεπα ήταν ακριβώς ότι "είχαν προσπαθήσει πάρα πολύ". Λες και όλη τους τη μέρα την είχαν περάσει ψάχνοντας ρούχα και καλλυντικά και φτιάχνοντας τα μαλλιά τους. Αυτή η εντύπωση εμένα με απωθεί. Δεν ξέρω αν θα με απωθούσε εξίσου αν ήμουν άντρας αλλά από την πλευρά μου το βρίσκω και αντιερωτικό. Πιστεύω ότι περισσότερο ερωτισμό εκπέμπει μια γυναίκα πιο φυσική, πιο αληθινή, πιο ζωντανή.

Έχοντας ζήσει σε μεγάλη πόλη του εξωτερικού μπορώ να βρω κάποια δικαιολογία για αυτό που συμβαίνει εδώ: ο κόσμος απλά δεν έχει τίποτα άλλο να κάνει. Εγώ ήμουν σε μία πόλη που από το πρωί μέχρι το βράδυ να γύρναγα από το ένα μέρος στο άλλο δεν θα τη χόρταινα. Είχε τόσα πολλά να κάνεις! Εδώ άντε να πας για ένα καφέ, να αράξεις εκεί πέρα και να παίζεις τάβλι (τι χάσιμο χρόνου το παιχνίδι αυτό ρε παιδί μου, αν και έχω περάσει και εγώ φάση ταβλαδορικής έξης). Δε λέω, όποιος θέλει να αξιοποιήσει το χρόνο του πάντα βρίσκει τρόπους. Και μπορεί να τους βρει και εδώ, και να έχει και χόμπυ που δεν μπορεί να κάνει σε μια μεγάλη πόλη. Λίγοι όμως το κάνουν αυτό έχω την εντύπωση. Το δημοφιλέστερο άθλημα είναι η επίδειξη. Κυκλοφορείς στην πόλη και δείχνεις... ό,τι έχεις. Το αυτοκίνητό σου, τα καινούρια σου γυαλιά (στον τομεά αυτό είμαι εξοπλισμένη, πήρα καινούρια), τα καινούρια σου ρούχα...
Κάθε μέρα είναι χριστούγεννα και στολίζουμε ξανά και ξανά το δέντρο.

Πλάκα πλάκα εμείς στο σπίτι μας ούτε καν δέντρο δεν στολίσαμε φέτος τα χριστούγεννα. Μήπως να αρχίζω να προβληματίζομαι;

Πέμπτη, Απριλίου 27, 2006

Failure to laugh

Πήγα χθες στο Ελληνίς και είδα την αισθηματική κομεντί με τίτλο Failure to launch. Δεν θα σχολιάσω καν την απόδοση του τίτλου στα ελληνικά ("Τριαντάρης από σπίτι", άκου εκεί τίτλος για ταινία που θα θέλει ο κόσμος να πάει να δει), θα επισημάνω όμως τι συμβαίνει όταν εκεί στο μακρυνό Χόλυγουντ αποφασίσουν σώνει και καλά ότι θέλουν να φτιάξουν μια επιτυχημένη κομεντί και ότι οπωσδήποτε θα το πετύχουν επειδή θα βάλουν όλα τα απαραίτητα υλικά και με το παραπάνω.

Τι είχε λοιπόν αυτή η ταινία, ποια ήταν τα συστατικά που φρόνισαν οι συντελεστές να περιέχει και που θεώρησαν ότι θα τους εξασφάλιζαν την επιτυχία: πρώτα απ' όλα, σούπερ σέξυ πρωταγωνιστή (αφού οι αισθηματικές κομεντί απευθύνονται πρωτίστως σε γυναίκες). Ο Μάθιου Μακόναχι θα πρέπει να θεωρείται αυτή τη στιγμή στο Χόλυγουντ the sexiest thing alive, και όχι άδικα έχω να πω. Το παιδί είναι προικισμένο από τη φύση, δούλεψε βέβαια κιόλας, πλακώθηκε στα γυμναστήρια για να μπορούμε εμείς να κάνουμε ανατομία των επιπολής μυών στον γυμνασμένο του κορμό. Επίσης πλακώθηκε είτε στα σολάριουμ είτε στην ηλιοθεραπεία είτε στα self-tan (και λίγο μεικ-απ θα του βάλανε, δεν αποκλείεται) για να κάνουμε εμείς την ανατομία μας σε ένα κορμί που εκτός από γυμνασμένο είναι και μαυρισμένο. Ενδεχομένως να έκανε και αποτρίχωση, εκτός αν από φυσικού του είναι παντελώς άτριχος, γιατί δεν διακρίνεται η παραμικρή υποψία τριχοφυΐας στο γυμνασμένο και μαυρισμένο όπως είπαμε κορμί (όλα αυτά χάριν της ανατομικής μας μελέτης, προσέξτε πόσα μας προσφέρει μέχρι τώρα η ταινία και δει ο πρωταγωνιστής). Δεύτερο συστατικό η πρωταγωνίστρια. Η γνωστή Κάρυ του Sex and the City, Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, που πρώτον είναι ταυτισμένη με αισθηματικού τύπου ρόλους και δεύτερον είναι μεν κομψή και ελκυστική, αλλά δεν είναι η γυναικάρα, η ενοχλητικά όμορφη γυναίκα που θα ξεστραβωθεί ο καλός σας να κοιτάει σε όλη τη διάρκεια της ταινίας και θα σας τσακίσει το ηθικό και την αυτοπεποίθηση. Σχεδόν ταυτίζεται μαζί της η γυναίκα θεατής. Χμ, άλλο συστατικό, για να δούμε... πολύ ωραία παραγωγή όσον αφορά τα εξωτερικά γυρίσματα που παρουσίαζαν τα χόμπυ των πρωταγωνιστών. Βλέπουμε να κάνουν mountain-bike, να παίζουν paintball, να κάνουν ορειβασία, βλέπουμε ιστιοπλοΐα σε πραγματικά πολύ όμορφα και αξιόπλοα σκάφη (Σ.τ.Μ: Εδώ να κάνω και ένα σχόλιο στον υποτιτλισμό και να προτείνω τη λέξη αξιόπλοος ως καλύτερη εναλλακτική του καλοτάξιδος, που έβαλε ο συνάδελφος ως εξειδικευμένη λέξη από το χώρο της ιστιοπλοΐας που εντυπωσίασε ξέροντάς την η πρωταγωνίστρια, συγχωρέστεμε για την επαγγελματική διαστροφή). Όλα αυτά συνθέτουν ένα πολύ όμορφο σκηνικό. Επίσης οι δημιουργοί της ταινίας θεώρησαν καλό να βάλουν, ως σίγουρο στοιχείο επιτυχίας, ένα δεύτερο ρόλο που να ξεχωρίζει. Είχαν δει λοιπόν το Notting Hill και, εμπνευσμένοι από τον "γκάου" (ας τον πούμε κάπως εκκεντρικό και χαμένο στο διάστημα) συγκάτοικο του Χιου Γκραντ, σκέφτηκαν να βάλουν και αυτοί ένα τέτοιο χαρακτήρα σε γυναικείο όμως, για συγκάτοικο της πρωταγωνίστριας. Έστω ότι συγχωρούμε την αντιγραφή, πάντως ο θεατής δυσκολεύεται λίγο να καταλάβει "τι παίζει" με αυτήν την κοπέλα στην αρχή, πρώτον γιατί ούτε το ντύσιμό της είναι τόσο κραυγαλέα εξεζητημένο (την έχουν κάνει λίγο 80's αλλά όχι τόσο που να φωνάζει από μακρυά ότι η κοπέλα είναι psycho, ενώ στο Notting Hill και μόνο που τον έβλεπες τον άλλον και καταλάβαινες τι φρούτο είναι και γελούσες), και δεύτερον διότι είναι πολύ όμορφη και περιποιημένη για να ενδιαφερθείς πρωτίστως για την ψυχική της ισορροπία. Ένα άλλο έμψυχο συστατικό που υποτίθεται ότι θα ήταν γκανιάν αλλά εμένα με απογοήτευσε, ήταν η Κάθυ Μπέητς, στο ρόλο της μητέρας του πρωταγωνιστή, κυρίως γιατί την είχα για πολύ αξιόλογη ηθοποιό και δεν μου άρεσε να τη βλέπω να αναλώνεται σε κάτι τόσο μέτριο (επιεικώς μέτριο). Να επισημάνουμε επίσης (ο πρώτος πληθυντικός μου μ'άρεσε, ποιοι είμαστε εμείς δηλαδή, τελοσπάντων, εμείς ο βασιλεύς, ή μάλλον η Βασιλική) ότι στην ταινία προστέθηκαν επίσης στοιχεία κακόγουστης φαρσοκωμωδίας (βλέπε βλακώδης σκηνή με τεχνητή αναπνοή σε ημιθανές πτηνό, δάγκωμα από σκίουρο, κλπ), ώστε να συμπεριληφθούν στο target group της άτομα με εξευγενισμένα και λεπτά γούστα όπως αυτά που απόλαυσαν ταινίες σαν τον Ηλίθιο και τον Πανηλίθιο.

Τα βάζουμε όλα αυτά στο φούρνο της κινηματογραφικής παραγωγής λοιπόν και τι έχουμε; Ένα αριστούργημα; Ποσώς. Δεν ήταν ο στόχος μας άλλωστε να φέρουμε την επανάσταση στην έβδομη τέχνη. Μια αισθηματική κομεντί που βλέπεται ευχάριστα; Α, ναι, αυτός ήταν ο στόχος μας. Τον πετύχαμε λοιπόν; Δυστυχώς όχι. Γιατί τα υλικά δεν δέσανε, γιατί ίσως η φιλοδοξία της ταινίας ήταν πάνω από αυτό που μπορούσε να επιτύχει (αν και δεν το πολυπιστεύω αυτό, μπορούσε να το επιτύχει, σιγά το δύσκολο). Απλά την έφαγε η πολύ σιγουριά ότι η επιτυχία ήταν εξασφαλισμένη και ξέχασε τα πιο βασικά (φίλε οδηγέ, έβαλες Φλας στην μπαταρία;) με αποτέλεσμα να μην έχουμε μια χημεία που δένει αρμονικά το σύνολο, αλλά μια ταινία που βλέπεται με σφιγμένο χαμόγελο και ελάχιστες στιγμές από αυτό που υπόσχεται.

Περιττό να πω ότι δεν συνιστώ να πάει κανείς να δει την ταινία (εκτός αν είναι κριτικός κινηματογράφου και θέλει να δει πόσο οξυδερκής ήταν η κριτική μου για να παίρνει στο μέλλον έτοιμες από το μπλογκ τις κριτικές και να μην τρέχει στο σινεμά, γιατί σιγά μην κάθεται να γράφει τόσο αναλυτικά για μια ταινία που δεν συγκινεί καν, ποιος κάθεται να χαραμίζει έτσι το χρόνο του;)

Τετάρτη, Απριλίου 19, 2006

Ευτυχώς δεν ήτανε αληθινό το όνειρο τ'αποψινό!

Τι ονειρεύτηκα πάλι! Καλά, το υποσυνείδητο είναι φοβερός σκηνοθέτης και όταν θέλει σου βγάζει ταινίες με κάτι σενάρια που απορείς πού τα σκέφτηκε(ς). Πριν περιγράψω το όνειρο να τονίσω ότι λόγω του έντονα προσωπικού χαρακτήρα του ίσως να μην αγγίζει κάποιους αναγνώστες (αν διαβάζει κανείς το blog αυτό) και να τους ζητήσω να με συγχωρήσουν, αλλά θα ήθελα να προσπαθήσω στις γραμμές που ακολουθούν να το περιγράψω όσο γίνεται πιο αναλυτικά. Τι και τι γίνεται στο όνειρο λοιπόν. Πρώτον παντρεύομαι. Σε μια εκκλησία στενάχωρη και κάπως σκοτεινή, αλλά πάντως εκκλησία (που κάτι φέρνει προς γκαράζ αν το σκεφτείς αλλά όχι πολύ έντονα). Και τι είναι αυτό που πάει στραβά με το γαμπρό (το Ρέμο παντρεύομαι εν τω μεταξύ, ναι, τον τραγουδιστή, πώς μου ήρθε αυτό τώρα, ούτε τα τραγούδια του δεν ακούω) και τελικά τσακωνόμαστε και τα χαλάμε. Και τότε μου λέει ο ξαδερφός μου που τώρα μένει στην Αθήνα "καλά γι'αυτό σκας, εγώ θα σε παντρευτώ". Εντάξει λέω εγώ, μην πάνε χαμένες τόσες ετοιμασίες, για να θέλει και αυτός κάποιο λόγο θα έχει, (άκου εκεί, κάποιο λόγο λέει, πράσινη κάρτα θα του εξασφάλιζα; Τι χαζομάρες, πραγματικά!), ας κάνουμε το γάμο τώρα και μετά βλέπουμε. Και μετά να το μετανιώνω και να κάθομαι να σκέφτομαι ότι μπορούμε να τον ακυρώσουμε επειδή είμαστε πρώτα ξαδέρφια και απαγορεύεται έτσι κι αλλιώς, δεν χρειάζεται να πάρουμε διαζύγιο. Χμμ... τι άλλο γίνεται; Α, ναι! Έρχεται η ξαδέρφη μου από τη Θεσ/νίκη (η οποία παρεμπιπτόντως αυτές τις μέρες ήρθε Χανιά χωρίς να με πάρει ένα τηλέφωνο να μου το πει, να δω πότε και αν θα επικοινωνήσει!) και εγώ της παραπονιέμαι ότι τόσο καιρό έχει εξαφανιστεί, τόσους μήνες, τόση αδιαφορία τόσα αυτά... και... πάρε μια ροχάλα! Με έφτυσε! Στο μανίκι του ωραίου μου φορέματος! (Είχα αλλάξει εν τω μεταξύ, υπ' όψιν, δεν ήμουν με το νυφικό, φορούσα ένα ωραιότατο φόρεμα από λεπτό ύφασμα, μουσελίνα πώς τα λένε). Με έφτυσε, τι πήγα και είδα, δεν το πιστεύω (αφού με ξέχεσε καλά καλά πρώτα, δεν θυμάμαι τι μου είπε). (Το ότι είδα πως με έφτυσε στο μανίκι έχει μία εξήγηση αν ακουμπούσα το χέρι μου όπως κοιμόμουν και τρέχανε τα σάλια μου πάνω στον καρπό μου, όπου με βρήκε και η ονειρική ροχάλα). Είδα επίσης έναν τραγουδιστή λέει (όλο καλλιτέχνες και σόγια πια αυτό το όνειρο, τι είν'αυτό;) που έχω πει ότι μου θυμίζει το φίλο μου, αλλά τώρα τον είδα από κοντά λέει και διαπίστωσα ότι ναι όντως μοιάζει αλλά ο φίλος μου είναι πιο ωραίος, και ότι αυτός έχει τελικά τη χάρη και ο άλλος μετά βίας το όνομα. Αυτό καλό ήταν νομίζω γιατί δείχνει ότι μου αρέσει το παιδί αυτό και όχι η κάθε φίρμα του βασανισμένου σύγχρονου ελληνικού πενταγράμμου, που από τα πάνδεινα που έχει περάσει σε λίγο οι νότες θα σπρώχνονται στην άκρη των γραμμών για να πέσουν από κάτω να γκρεμοτσακιστούν από την απελπισία τους, σαν το Ζάλογγο ένα πράγμα -άσχετο σχόλιο ας μου συγχωρεθεί. Επίσης είδα ότι ο Δημοτικός Κήπος στα Χανιά (όπου διαμένω) ήταν ένα ιδιαίτερα ευρύχωρο πάρκινγκ με δεντράκια και φυλλωσιές (για να φάμε και την απαραίτητη κουτσουλιά όταν θα παρκάρουμε) και ότι για κάποιο λόγο δικαίωμα να το χρησιμοποιήσει είχε μόνο η οικογένειά μου (ή άντε και λίγοι ακόμη προνομιούχοι). Αυτό θα είναι μάλλον από το άγχος για ανεύρεση πάρκινγκ στο κέντρο της πόλης, τι να πω (μα κι εγώ στον κήπο μέσα βρήκα να το παρκάρω; Α, ίσως εμπνεύστηκα από κάποιον που είδα στις ειδήσεις να εισβάλλει σε ένα μαγαζί με το αυτοκίνητό του όπως στις ταινίες, και να είπα κι εγώ πού με βολεύει να το αφήσω; Στον κήπο; Στον κήπο λοιπόν! Ας διαμορφώσω κατάλληλα το χώρο με το δημιουργικό μου υποσυνείδητο!) Το πιο "σκοτεινό" σημείο στο όνειρο ήταν ότι στην εκκλησία όπου παντρεύτηκα (γιατί είπαμε παντρεύτηκα κιόλας, μην το ξεχνάμε αυτό) υπήρχαν σε ένα σημείο κάτι σκαλάκια (μια μαρμάρινη σκάλα βασικά με άσπρα σκαλιά κάπως κακοχρονισμένα αλλά οκ όχι πολύ χάλια) που βγάζανε σε ένα μέρος που όταν το κοιτούσα εγώ ήταν κάτι σαν χώρος όπου είχανε διάφορα φαγητά καλυμμένα με μεταλλικά σκεύη όπως στα μαγειρεία (δεν φαινόταν κανένα φαγητό στην πραγματικότητα, απλά αυτή την εντύπωση έδινε), εγώ ήξερα όμως ότι εκεί ή κάπου εκεί επίσης πετάγανε αποφάγια και τα αφήνανε να μουχλιάζουν και επίσης σε κάτι φάσεις (δηλαδή όταν γύρναγες την πλάτη σου) όλος ο χώρος μετατρεπόταν σε κάτι ανάμεσα σε halloween party και σκηνή από τη μουσικοχορευτική όπερα "Δαίμονες", με ζόμπι και φρικιά και τέτοια, σαν αυτά που χορεύουν πίσω από τάφους σε κάτι καλαίσθητες αμερικάνικες ταινίες. (Με άλλα λόγια τώρα που το ξαναεξετάζω πιο ψύχραιμα, αφού το έγραψα, μάλλον είχανε το νεκροταφείο στο υπόγειο σε μια κάπως ινκόγκνιτο φάση, και στο μέρος όπου φαινόταν να είναι φαγητά προς σερβίρισμα στην πραγματικότητα σέπονταν τροφές και -νεκρά αλλά εντούτοις όχι εντελώς πεθαμένα- πτώματα. Τώρα αυτό από πού προήλθε; Τι με έπιασε και το ονειρεύτηκα; Ανησυχώ για την υγειινή της κουζίνας μου; Σίγουρα. Μια κουζίνα υπό πλήρη δική μου ευθύνη έχει καλές προοπτικές για πειραματισμούς μυκητολογίας (ένας από τους λόγους που δεν θα ήταν σκόπιμο να ζήσω και μόνη μου, βλέπε προηγούμενη καταχώρηση). Αλλά το ζόμπι πάρτι; Δεν είμαστε καλά. Λες λόγω Μεγάλης Βδομάδας; Καλά, η εκκλησία κολλάει σίγουρα εκεί. Και ο Ρέμος; Μήπως επειδή όλοι λέγανε ότι είχε την άλλη τόσο καιρό και δεν την έπαιρνε; Τι να πω; Έχει τέτοιες ανησυχίες το υποσυνείδητό μου; Μπράβο μου.

Όπως θα διαπιστώσει εδώ ο οξυδερκής αναγνώστης (γιατί κάπου εδώ θα πρέπει να εξηγήσω την ερμηνευτική μου άποψη για τα όνειρα), θεωρώ ότι ονειρευόμαστε πράγματα που: είτε θέλουμε (αν και δεν εντοπίζω κάτι που θέλω στο όνειρο που είδα χθες, μάλλον ανακουφισμένη διαπίστωσα ότι ήταν απλώς ένα όνειρο, το πρωί που ξύπνησα), είτε που φοβόμαστε (ενδόμυχα λέω πάει, θα μείνω στο ράφι, κάτσε να παντρευτώ τον ξάδερφό μου τώρα που τον βρήκα εύκαιρο και μετά το ακυρώνω), ή που μας έχουν κάνει εντύπωση κατά τη διάρκεια της ημέρας υποσυνείδητα όμως, χωρίς να το έχουμε πολυκαταλάβει. Και όπως κατέστη νομίζω σαφές, μετά από ένα όνειρο προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω αυτά που είδα και να καταλάβω πού βρήκα το κάθε στοιχείο που εμφανίζεται στη σκηνή του ονειρικού θεάτρου κάθε φορά.

Κατέγραψα λοιπόν το όνειρο. Χαίρομαι που συνέπεσε με την τήρηση αυτού του blog γιατί έτσι θα μπορέσω να το ξαναδιαβάσω στο μέλλον (αλήθεια υπάρχει περίπτωση αυτό το blog να χαθεί από το ίντερνετ, όπως σου εξαφανίζουν καμιά φορά τα μέιλ αν δεν μπαίνεις για πολύ καιρό; Ας με ενημερώσει αν γνωρίζει κάποιος αναγνώστης -υποτεθείστω ότι έχω αναγνώστες. Αυτά για τώρα και όνειρα γλυκά.

Δευτέρα, Απριλίου 17, 2006

Μοναξιά μου όλα ή μοναξιά μου τίποτα;

Τώρα τελευταία πώς έτυχε και όλο και περισσότερες φίλες μου μου λένε ότι αποφασίζουν να αποχωρήσουν πλέον από τη γονεϊκή εστία και να βρουν ένα μέρος να μείνουν μόνες τους. Σίγουρα οι σκέψεις αυτές είναι λογικές καθώς περνά κανείς από την ηλικία των είκοσι και κάτι στο τριάντα παρά κάτι απειλώντας να ξεπεράσει το όριο των -άντα. Γιατί εντάξει, σπουδάσαμε, ζήσαμε την ελευθερία αυτής της ξέγνοιαστης εποχής και μετά επιστρέψαμε πίσω στο παιδικό μας δωμάτιο και στην προστασία του πατρικού σπιτιού και κάπου σαν να νιώσαμε ότι δεν μας χωράει πια. Να θέλεις ένα χώρο δικό σου είναι λογικό. Να μπορείς να φέρνεις όποτε θες τους φίλους σου, τον φίλο σου (λογικό, γιατί με τους φίλους πες, πας μια βόλτα, τον έρωτά σου πού θα τον στεγάσεις όμως;), να μη δίνεις λογαριασμό (αλλά να παίρνεις λογαριασμό, και συγκεκριμένα ό,τι λογαριασμός έρχεται στο σπίτι να πρέπει να τον πληρώσεις εσύ). Εγώ πάλι δεν καίγομαι να φύγω. Ακούγεται περίεργο; Κατ' αρχάς εγώ, επειδή είμαι μεταφράστρια, ανήκω σε μια ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων που δουλεύουν στο σπίτι και που ζουν στο σπίτι τους το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους (εγώ και οι νοικοκυρές δηλαδή). Που σημαίνει ότι μία μέρα με ιδιαίτερα μεγάλο φόρτο εργασίας εγώ μπορεί και να μη βγω από το σπίτι καθόλου. Και επειδή δεν είμαι ούτε θεός ούτε θηρίο, δεν την παλεύω και πολύ εύκολα την κατάσταση αυτή. Θες να δεις έναν άνθρωπο, να πεις μια κουβέντα, να νιώσεις ότι στον κόσμο αυτό δεν υπάρχεις μόνο εσύ και το κείμενό σου, υπάρχουν και άλλα όντα. Ένα είναι αυτό. Το άλλο είναι ότι από τη στιγμή που όπως είπα ζω μέσα στο σπίτι αυτό, εμένα μου κάνει διαφορά να είμαι στο ωραιότατο, ευρύχωρο πατρικό μου σπιτάκι, και όχι σε ένα καρυδοτσουφλέ δυαράκι. Αν δούλευα εκτός σπιτιού όλη μέρα και μετά γύριζα σπίτι μόνο και μόνο για να κάνω μπάνιο και να κοιμηθώ, δεν θα μου έκανε και μεγάλη διαφορά. Άλλα να πάω να κλειστώ σε μία τρύπα μόνο και μόνο για να το παίζω ανεξάρτητη δεν το θέλω, ποιος ο λόγος; Κι ύστερα δεν έχω αυτήν τη φοβερή πατριωτική σχέση με την έννοια της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας. Να έχω σώνει και καλά τα δικά μου λεφτά (αν και τώρα πια έχω) και με αυτά να πληρώνω για όλα μου τα έξοδα (τζάμπα δούλευαν οι γονείς μου τόσα χρόνια, να μην τους δώσω τη χαρά να δουν ότι έχουν εξασφαλίσει πέντε πράγματα για το παιδί τους;)

Βολεμένη λοιπόν. Ναι, έτσι είναι. Φοβόμουν να το παραδεχτώ, όπως και φοβόμουν κάπως να δημοσιεύσω αυτό το post. Μη φανώ πολύ πατροδίαιτη και κακομαθημένη... αλλά είμαι. Όταν ήμουν φοιτήτρια δόθηκε η ευκαιρία να δουλέψω σε ένα φροντηστήριο κάνοντας αγγλικά και ο μπαμπάς μου μου είπε αν είναι για τα λεφτά μην το κάνεις, θα σου δώσω εγώ, αν θες για την εμπειρία, οκ. Κι έτσι δεν απέκτησα την εμπειρία. Καλόμαθα. Και τώρα άντε να ξεμάθω.

Πάντως έχω μια ξαδέρφη που θα 'ναι τώρα στα σαράντα, και που με συμβούλευε τις προάλλες, εμένα και τον αδερφό μου "Μην πάτε να το παίξετε ανεξάρτητοι και τέτοιες βλακείες, τέτοια έκανα κι εγώ και τι κατάλαβα; Φάτε τώρα που μπορείτε". Καλά, ο αδερφός μου σίγουρα δεν χρειάζεται καν να ακούει τέτοιες συμβουλές, τις εφαρμόζει ήδη και με το παραπάνω. Αυτός βέβαια διαφορετικά, πιο "ευδαιμονιστικά". Για αυτοκίνητο, για εξόδους, για ρούχα, κλπ. Εγώ "απορρόφησα" περισσότερα "κονδύλια" για τον τομέα της παιδείας και του πολιτισμού (παλιότερα ξόδευα και για "λούσα" αλλά πλέον δε μου λέει και πολλά αυτό το σπορ). Αλλά κι εγώ κάτι θα πρέπει να κάνω σωστά.

Μέχρι να κόψω οριστικά το λώρο πάντως, θα είμαι ένας καλομαθημένος/κακομαθημένος ΚΓΠ (Καταχραστής Γονεϊκής Περιουσίας), τι να κάνουμε;

Εντροπία, αγάπη μου

Εντροπία είναι ο βαθμός αταξίας ενός συστήματος. Δεν είναι ενδιαφέρον που οι επιστήμονες θέλησαν να ορίσουν ως επίσημο μέγεθος την αταξία και όχι την τάξη; Τι μας λέει αυτό; Ότι η αταξία είναι η φυσιολογική τάση που επικρατεί στο σύμπαν, όχι η τάξη. (Καλά μπορεί να υπάρχει και το αντίστροφο μέγεθος, δεν είμαι σίγουρη, βιολόγος είμαι, όχι φυσικός, αλλά σίγουρα η εντροπία είναι η μεγάλη φίρμα στη φυσική). Μεγάλη ανταρσία απέναντι στην αδυσώπητη αυτή τάση αποτελεί το φαινόμενο της ζωής. Η οποία ζωή είχε το θράσος, τη μαγκιά και την επαναστατικότητα να σηκώσει κεφάλι και να οργανωθεί μέσα στο χάος. Αλλιώς δεν θα υπήρχαν παρά πέτρες και νερό και διάφορα υλικά που θα αντιδρούσαν αδιάφορα το ένα με το άλλο μέχρι τελικής βαρεμάρας -ίσως η ζωή να δημιουργήθηκε από την πλήξη της ύλης και την αντίδρασή της προς αυτήν! Ως βιολόγος στέκομαι με δέος απέναντι στο φαινόμενο της ζωής, απέναντι στην ανεξήγητη πνοή που την έκανε να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι στο αχανές και να υψώσει τη φωνή της απέναντι στο βουβό σύμπαν.

Ο Καζαντζάκης περιγράφει ως δύο ακατάλυτες δυνάμεις τον ανήφορο και τον κατήφορο. Ανήφορος, δυσχερής, επίπονη πορεία προς μια κατάσταση ανώτερη, πιο εξευγενισμένη, πιο ποιοτική. Κατήφορος, ορμητική και αμείλικτη δύναμη που σε τραβά πίσω στο βόρβορο, στην ταπεινή σου φύση, τη ζωώδη, την υλική.

Από άποψη επιστημονική θαυμάζω τον "ανήφορο" της ζωής που κάνει την άψυχη ύλη έμβια, της δίνει πνοή και τελικά πνεύμα, και αποστρέφομαι την ειδεχθή κατηφόρα που τη βαραίνει στον αγώνα της.

Έλα όμως που στην προσωπική μου πορεία στον μάταιο τούτο κόσμο η πάλη με την εντροπία με βρίσκει συνήθως ηττημένη κατά κράτος: είμαι η καλύτερη φίλη της εντροπίας. Παρότι γνωρίζω ότι ως έμβιος οργανισμός αντιμάχομαι την εντροπία και μόνο που ζω, εντούτοις τα πάντα στη ζωή μου φαίνεται να υποκύπτουν στη δύναμή της: η ακαταστασία βασιλεύει στο μυαλό μου, στο δωμάτιό μου, στο γραφείο μου, στα γραπτά μου, στις σημειώσεις μου, στα πάντα. Και το κάθε βήμα προς τον ανήφορο τόσο οδυνηρό, τόσο σπαρακτικό!

Πώς γίνεται ενώ κάθε μου κύτταρο παλεύει για οργάνωση και τάξη, εγώ να νιώθω ότι με όλο μου το είναι θέλω να αφεθώ στην αταξία, να μην κάνω το παραμικρό για να αντισταθώ στη θέλησή της (θα μου πεις, μάλλον από τους δυο σας εσύ έχεις θέληση και όχι αυτή, εγώ όμως νομίζω πως ό,τι και να γίνει το δικό της θα περάσει).

Σκέψεις φευγαλέες, σχέδια ανοργάνωτα, ιδέες που περνάνε και φεύγουνε, πράγματα πεταμένα από δω κι από κει, χαρτάκια, έντυπα, περιοδικά, βιβλία, ρούχα... ό,τι πάρεις εκατό (μάλλον τώρα πια ό,τι πάρεις ένα ευρώ θα πρέπει να λέμε). Χάος απίστευτο, στα πάντα. Και εγώ να αρνούμαι πεισματικά να αντισταθώ, να νοικοκυρευτώ, να οργανωθώ... εντροπία σ'αγαπώ! (Sorry, δεν έβρισκα τρόπο να τελειώσω αυτό το post και έτσι κατέφυγα σε αυτή τη σάχλα)

Ηλεκτρονικό μου ημερολόγιο, ...

Παλιά κρατούσα ημερολόγιο -κείμενα που με φρίκη διαβάζω τώρα αν τύχει να βρεθούν μπροστά μου σε καμιά οικιακή "ανασκαφή"-, αλλά φυσικά γραπτό, σε αυτά τα χαριτωμένα βιβλιαράκια ιαπωνικής προέλευσης με τα λουλουδάκια και τα συννεφάκια. Ήταν μια συνήθεια που είχε κρατήσει για μεγάλο μέρος της παιδικής μου ηλικίας, μέχρι που, κάπου στην εφηβεία μου, σταμάτησε γιατί... τη μετέφερα στον υπολογιστή! Αυτό το ψυχρό και απρόσωπο μέσο με απώθησε τελείως από τη διαδικασία του να βγάζω τα εσώψυχά μου και να ντύνω με αυτά τις λέξεις. Ο δρόμος της επιστροφής στο αισθαντικό χαρτί και μολύβι είχε εν τω μεταξύ χαθεί.

Μετά από απουσία ετών λοιπόν, βρέθηκε τώρα το στοιχείο που θα με συνέδεε ξανά με τη διαδικασία της τήρησης "ημερολογίου": η ηλεκτρονική δημοσίευση. Το ημερολόγιό μου θα είναι πλέον διαθέσιμο στον καθένα, ανοικτό σε σχόλια γνωστών και αγνώστων, εκτεθειμένο στα μάτια του κάθε beholder. Ο άψυχος υπολογιστής με συνδέει νοητά με τον μυστηριώδη αναγνώστη, που κάτι θα δει στα γραπτά μου από τις δικές του ιστορίες, ανησυχίες και σκέψεις. Του αναγνώστη που έχει μέσα του κρυμμένο κάτι από το δικό μου εαυτό, και που ίσως θελήσει με ένα του σχόλιο και μια καλόβουλη κουβέντα να το επιστρέψει σε μένα.

Καλή αρχή!