Τετάρτη, Δεκεμβρίου 17, 2008

Thank you.

Καλό μου υποσυνείδητο (εδώ κάνω την ανάγκη φιλοτιμία), ευχαριστώ που εισακούστηκα. Χθες βράδυ αντί για θρίλερ δευτέρας διαλογής είδα ένα ακόμη όνειρο γύρω από το γνωστό κεντρικό θέμα του "δεν προλαβαίνω" και "ετοιμάζομαι να πάω κάπου ή να κάνω κάτι αλλά τελικά το μόνο που κάνω είναι να αγχώνομαι και να ετοιμάζομαι (δεν πάω ποτέ)", που έχει πρωταγωνιστήσει σε πάμπολλα όνειρά μου εδώ και χρόνια.

Ετοιμάζομαι για το επικείμενο ταξίδι μου στη Βαρκελώνη μαζί με τη φίλη μου (κάτι που θα γίνει), ξαφνικά όμως στο όνειρο είναι να πάμε και στο Σίδνεϊ πρώτα (κάτι που δεν θα γίνει, δεν είναι και ακριβώς στο δρόμο μας η Αυστραλία). Η βαλίτσα μου είναι τεράστια και έχω ακόμη πολύ μέλλον για να την τελειώσω, η φίλη μου όμως και μία άλλη κοπέλα που είναι να έρθει μαζί μας έχουν τελειώσει με το πακετάρισμα. Βλέπουμε πως πρέπει να φύγουμε, γεμίζω κακήν κακώς και όπως όπως τη βαλίτσα, μπαίνουμε στο ταξί (γυναίκα ταξιτζού παρακαλώ, αλλά πώς να το πω, αυτή η γυναίκα δεν είναι για αυτή τη δουλειά, είναι αργή, πραγματικά η γιαγιά μου ακόμη και με τη μειωμένη της όραση θα πρέπει να πλέκει σεμεδάκια πιο γρήγορα από ό,τι οδηγεί αυτή -την αδικώ τη γιαγιά μου βέβαια λέγοντάς το αυτό, είναι αστραπιαία η ταχύτητά της στο βελονάκι, απλά είθισται η γιαγιά να χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της βραδύτητας, μεταξύ άλλων). Μας καθυστερεί λοιπόν η ταξιτζού, συν ότι θυμάμαι ότι δεν έχω πάρει τους δύο ταξιδιωτικούς οδηγούς που είχα και θέλω να περάσουμε και από το σπίτι και να τους πάρουμε. Μόνο που δεν προλαβαίνουμε γιατί έχει ήδη πάει 7 κι εμείς πετάμε 7:30.

Να ευχαριστήσω και πάλι το υποσυνείδητό μου για αυτό το τετριμμένο, αδιάφορο και πραγματικά ανάξιο λόγου όνειρο (και να το διαβάσατε δεν αξίζει καλά καλά το χρόνο σας, απλά για μένα είναι μεγάλη η αξία του μετά τα προηγούμενα). Φιού...(εκπνοή ανακούφισης)

Τρίτη, Δεκεμβρίου 16, 2008

Θυμήθηκα!

Εκεί που έλεγα ότι είχα ξεχάσει τι άλλο ονειρεύτηκα χθες, μου 'ρχεται ξαφνικά τώρα το απόγευμα μία ακόμη μακάβρια εικόνα του χθεσινού μου ονείρου. Μία μεγάλη φωτογραφία στο εξώφυλλο ενός εντύπου σαν περιοδικό, που δείχνει ένα μικρό κοριτσάκι με φοβισμένο βλέμμα και όλα του τα δακτυλάκια κομμένα σχεδόν σύριζα. Κάτι σαν ιδιαίτερα φροντισμένο και πολυτελές ντοσιέ με τις δραστηριότητες ενός αδίστακτου ψυχοπαθούς (προφανώς) δολοφόνου. Και όλα στο όνειρο γκρίζα και σκοτεινά, πουθενά φως καθαρό, στην καλύτερη περίπτωση να βρεις ένα άρρωστο αχνοφέγγισμα σε γκριζοπράσινο ή υπόλευκο χρώμα. Τόσο σκοτάδι... τόσο αρρωστημένα όλα, τόσο μακάβρια, κι εγώ αναπόδραστα αιχμάλωτη των εικόνων αυτών μέσα στη νύχτα. Έλεγα προηγουμένως να ξαπλώσω λίγο για να είμαι πιο φρέσκια στο τραπέζι που με έχουν καλέσει το βράδυ αλλά το ξανασκέφτηκα...

In the still of the night

Καλό μου υποσυνείδητο γιατί μου τα κάνεις αυτά; Γιατί μου προβάλλεις θρίλερ μεταμεσονύχτιες ώρες, αφού ξέρεις ότι δεν τα αντέχω;

Βλέπω ότι ενώ είμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι πλησιάζει από γύρω γύρω μία γριά μαυροφορεμένη, με μαντήλι και όλα τα σχετικά (το πρόσωπό της δεν φαίνεται), έρχεται στο πλάι του κρεβατιού και πλησιάζει το πρόσωπό της στο δικό μου. Και όπως θα γινόταν και στο πιο τετριμμένο θρίλερ, το πρόσωπό της γίνεται μία αραχνιασμένη και σεπόμενη νεκροκεφαλή, με αποτέλεσμα να τρομάζω απίστευτα (εδώ ταιριάζουν διάφορες εκφράσεις όπως κλάνω μέντες, βλέπω το χριστό φαντάρο και λοιπά γλαφυρά, αλλά τις βρίσκω άκομψες για το κείμενό μου, τις αναφέρω όμως για να πάρετε τη γενική ιδέα). Αναφωνώ λοιπόν εγώ: "Παναγία μου, ο θάνατος". Όμως το έλεγα κατά κάποιο τρόπο "από μέσα μου". Πολλές φορές στον ύπνο μου βρίσκομαι σε μία κατάσταση που είτε επειδή μισοκαταλαβαίνω ότι ονειρεύομαι είτε για άλλο λόγο, νιώθω ότι δεν μπορώ να φωνάξω "πραγματικά" Προσπαθώ να φωνάξω και το μόνο που βγαίνει από μέσα μου είναι βεβιασμένες ανάσες, σαν να έχει κλείσει ο λαιμός μου, σαν να μου έχει κοπεί η λαλιά. Η μεγάλη διαφορά στο χθεσινό όνειρο ήταν ότι μπόρεσα μετά από αρκετή ομολογουμένως προσπάθεια να βγάλω μία κραυγή. Ζωωδώς άναρθρη και απαίσια, αλλά σε κάθε περίπτωση κραυγή. Ήταν το μόνο θετικό στο όνειρό μου, το μόνο που με παρηγόρησε όταν ξύπνησα κατατρομαγμένη μέσα στη νύχτα. Σκέφτηκα τότε να κάτσω να γράψω όσα είχα δει αλλά ήθελα να ξανακοιμηθώ και τα 'χα κάνει και πάνω μου απ' το φόβο μου. Κακώς όμως γιατί έτσι ξέχασα τα υπόλοιπα μέρη του ονείρου, από τα οποία θυμάμαι μόνο κάποιες παιδικές φωτογραφίες να ζωντανεύουν και να παρακολουθώ μία συζήτηση δύο γυναικών που ήταν καθισμένες σε ένα σαλόνι μέσα από ένα τζάμι.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 11, 2008

Ο σουρεαλισμός της σκέψης

Έρημο τοπίο, μια χωματένια ώχρα παντού γύρω. Ξερή, άνυδρη και στείρα, απλώνεται πέρα για πέρα ως τη γραμμή του ορίζοντα. Περπατώ ξυπόλυτη μέσα στα ερείπια, το χώμα είναι μαλακό και ζεστό αλλά δεν έχω πουθενά να πάω. Μόνο τρεις τέσσερις τοίχοι από ένα σπίτι ερειπωμένο είναι μπροστά μου. Σκέτοι τοίχοι με παράθυρα που χάσκουν, με αφήνουν εκτεθειμένη από παντού, δεν υπάρχει δωμάτιο, δεν υπάρχει "μέσα", είμαι απροστάτευτη. Αναγκάζομαι να περπατήσω, αφού δεν υπάρχει το "μέσα", άρα είμαι στο "έξω" και στο "έξω" δεν κάθεσαι, προχωράς. Όπου και να πάω βρίσκεται μπροστά μου το ερειπωμένο κατ'ευφημισμόν σπίτι. Μάλλον πως τα βήματά μου, χωρίς να το συνειδητοποιώ, δεν απομακρύνονται ποτέ από αυτό. Όπου και αν θελήσω να πάω βρίσκεται δίπλα μου να μου θυμίζει τι δεν έχω, να μου θυμίζει ότι είμαι έρημη και απροστάτευτη. Μάλλον τελικά κάνω κύκλους γύρω από αυτό, ίσως δεν περπατώ και πολύ, όπως νόμιζα. Το χώμα πετρώνει κάτω απ' τα πόδια μου ή τα πόδια μου πετρώνουν πάνω απ' το χώμα; Η καρδιά μου πετρώνει μέσα στην έρημο και λαχταρά την αποσύνθεση που θα την κάνει κι αυτήν ζεστή και χωμάτινη, κι ας ξέρει ότι μετά θα αρκεί λίγο να τριφτεί για να θρυμματιστεί και να γίνει σκόνη, ένα τίποτα, ένα με τα πάντα.

Κάτι μέσα κρυμμένο

Μία ήρεμη, ατάραχη επιφάνεια και από κάτω σαπίλα, ανασφάλεια, κυκεώνες συναισθημάτων ανεξιχνίαστων (δεν συνθέτουν ενιαία εικόνα αυτά, το ξέρω, αλλά αμελώ λίγο το ύφος της γραφής μου, αυτή τη στιγμή θέλω μόνο να γράψω αυτό ακριβώς που μου'ρχεται, όπως το νιώθω, συγνώμη που βγαίνει άτεχνο), ένα χαμένο κοριτσάκι που δεν μπορεί να βρει το δρόμο του μέσα από την αδικία, την εγκατάλειψη, την ερήμωση, τη μοναξιά. Κάτι μέσα μου, παρά τις ευτυχισμένες μέρες που ζω, εξακολουθεί να με ξυπνάει από έναν ταραγμένο ύπνο, να με απειλεί, να με καταδιώκει.

Εξωτερικά έχω μεγάλο... πώς να το πω... έλεγχο. Φαίνομαι ήρεμη, φέρομαι ευγενικά, δεν θέλω να δείξω ποτέ στον άλλον θυμό, αγανάκτηση, οργή, μικροπρέπεια, κατινιά, δεν θέλω να φαίνονται ρωγμές στο προσωπείο μου. Προσωπείο...; Μήπως με αδικώ; Μήπως δεν είναι υποκρισία ή έστω προϊόν προσπάθειας η συμπεριφορά μου και ο ευγενικός μου τρόπος έχει στην πραγματικότητα κάτι πάρει από ένα μέρος της ψυχής μου; Θέλω να πω, τελικά καταπιέζομαι για να φέρομαι όπως φέρομαι ή αυτή είμαι στ'αλήθεια; Θα μου πεις βέβαια όταν συγκρατείς συναισθήματα που έχεις μέσα σου σίγουρα δεν είναι αυθόρμητη και αυθεντική η συμπεριφορά σου.

Δεν ξέρω τι να κάνω. Αυτά που με ταράζουν μέσα μου δεν ξέρω πού βρίσκονται και από πού να τα ξεθάψω και αυτά που έχω μάθει να δείχνω εξωτερικά βλέπω ότι πια δεν με καλύπτουν.

Ό,τι έχω μέσα μου καταπιέσει κοντράρει άσχημα στο κέλυφός μου σαν ελατήριο υπερσυσπειρωμένο έτοιμο να τιναχτεί, αλλά δεν βρίσκω τρόπο να του ανοίξω για να φύγει χωρίς να με τραυματίσει και δεν ξέρω πια πώς να ελευθερωθώ.