Δευτέρα, Ιανουαρίου 26, 2009

I don't wanna work today-Laurent Wolf

Tο τραγούδι αυτό, το οποίο διαφορετικά δεν θα ήταν τίποτα παραπάνω από μία μπιτάτη (ή μήπως γράφεται μπητάτη;) επιτυχία, ακροβατεί απροσδόκητα μεταξύ δύο διαμετρικά αντίθετων εικόνων. Αυτήν του καλοκαιρινού σκηνικού ενός χαϊλίδικου beach bar (ας μην το γράψω με ελληνικά γράμματα αυτό, θα με φάει η ορθογραφία πάλι) όπως αυτών όπου δέσποζε ξεσηκώνοντας τα ηλιοκαμμένα πλήθη το καλοκαίρι που πέρασε, και αυτήν του κόσμου που περιγράφει: του ασφυκτικά πιεστικού εργασιακού χώρου που φέρνει τον εργαζόμενο στα όρια της αγανάκτησης (βλέπε καταστροφή υπολογιστών και βανδαλισμός γραφείων στο βίντεο). Ακόμη πιο αναπάντεχα, βρίσκω να με εκφράζουν τις μέρες αυτές και οι δύο εικόνες, όσο το βάρος του φόρτου εργασίας πέφτει πιο ασφυκτικά στους ώμους μου.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 23, 2009

Σάπια κρέατα και σάπια όνειρα

Έλεγα ότι καιρός ήταν να γράψω ξανά κάτι στο blog, δεν περίμενα όμως ότι η αφορμή που θα μου δινόταν θα ήταν τέτοια. Τι το'θελα να ξανακοιμηθώ το πρωί; Δεν σηκωνόμουν καλύτερα απ' τα χαράματα; Λοιπόν είδα τα εξής:

Μπαίνω σε ένα μαγαζί να κοιτάξω για παπούτσια κάπου στο Πανελλήνιο (το μαγαζί αυτό δεν υπάρχει στην πραγματικότητα) αλλά δεν βρίσκω τίποτα και ετοιμάζομαι να φύγω. Βγαίνοντας έξω με περιμένει μία δυνατή βροχή που όλο δυναμώνει περισσότερο. Και όχι τίποτα άλλο, φοράω τα παπούτσια του χορού (χωρίς κάλτσα) και θα γίνω χάλια. Μπαίνω ξανά στο μαγαζί να πάρω την ομπρέλα μου που ξέχασα. Λίγο μετά την είσοδο έχουν κομμάτια από το σκελετό ενός παλιού αυτοκινήτου (πολύ παλιού, όπως ήταν τα πρώτα αυτοκίνητα) και μία άλλη ομπρέλα, ίδια με μία δική μου που και μικρή είναι και έχει σπάσει νομίζω, και πολύ σκονισμένη. Προχωρώ πιο μέσα να κοιτάξω για την ομπρέλα μου. Ξαφνικά το μαγαζί κλείνει. Οι πόρτες πέφτουν κατακόρυφα προς τα κάτω και προσπαθώ να βρω την έξοδο. Βλέπω μία άσπρη πόρτα με χοντρό τζάμι στο πάνω μισό της, μέσα είναι κάποιος. Δεν είμαι σίγουρη πως είναι η έξοδος αλλά λέω ας μπω εδώ. Ο υπάλληλος με επιβεβαιώνει ότι πρέπει να πάω προς την πόρτα που μου δείχνει. Ανοίγω την πόρτα αυτή και βρίσκομαι σε έναν χώρο σαν νοσοκομείο. Περπατώ -ή μήπως όχι- στον φαρδύ διάδρομο της αίθουσας. Στους τοίχους ένα μακάβριο γυαλιστερό πράσινο που ίσως μόνο σε παλιά νοσοκομεία να μπορείς να βρεις (αν και γενικά τα δωμάτια "χάσκουν", τα χωρίζουν μόνο μεταξύ τους μεσοτοιχίες, προς το διάδρομο είναι σχεδόν ανοικτά). Βλέπω γύρω μου να κείτονται πάνω σε κρεβάτια με λευκά σεντόνια κάτι...θα ήθελα να πω σώματα αλλά μάλλον πρέπει να πω κρέατα. Είναι όλες τους γριές, άμορφες μάζες από σάρκα καλυμμένη με το λεπτό, μουχλιασμένο δέρμα που έχουν οι γέροι, σε σχήματα που πάνε να θυμίσουν σώμα. Κοιτάς και δεν ξέρεις αν βλέπεις ένα τεράστιο, παραμορφωμένο, αφύσικα επιμηκυσμένο κεφάλι χωρίς μάτια-μύτη στόμα ή έναν θώρακα χωρίς στήθος και θηλές. Δεν είσαι σίγουρος αν αναπνέουν, μάλλον κοιμούνται, χωρίς όμως να απέχουν και πολύ από τον αιώνιο ύπνο, έχουν ξεχάσει μες στο λήθαργο αν πλησιάζουν στο μεταίχμιό του ή αν έχουν προ πολλού περάσει στην αντιπέρα όχθη.
Μπροστά μου υγρές κίτρινες πατημασίες από ένα υγρό που σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο θα πρέπει να είναι ούρα. Βρίσκομαι πεσμένη στο πάτωμα (ευτυχώς όχι πάνω στα ούρα), το σώμα μου είναι βαρύ, δυσκολεύομαι να σηκωθώ, και ξαφνικά δεν φοράω πια τα ρούχα μου αλλά πιτζάμες σε φθαρμένο, λευκασμένο ροζ και γαλάζιο. Λέω όχι, μπορώ να σηκωθώ, μπορώ να πάω ως την πόρτα. Ξέρω ότι οι δυνάμεις μου δεν είναι πολλές, αλλά η θέλησή μου είναι ισχυρή, θα φτάσω ως την πόρτα. Καθώς πλησιάζω να αγγίξω το πόμολο, το χέρι μιας γριάς από το παραδίπλα δωμάτιο γίνεται τιραμόλα-πλαστοζυμαράκι και με πιάνει από τον πήχη. "Δεν μπορείς να φύγεις", μου λέει. Προτού προλάβω να δραπετεύσω από το γράπωμά της και από το δωμάτιο... ξυπνάω.

Και τώρα λίγο "ξενέρωμα", ανάλυση (τι κατάφερα να συνδέσω με τι τεσπαν): η βροχή είναι καιρικό φαινόμενο της εποχής που διανύουμε (οκ, καλά το πας, το'χεις! -μα τι βλακείες γράφω, δεν μου λέτε κι εσείς τίποτα), το "σάπια κρέατα" είναι μία φράση που είπα πολλές φορές χθες, καθώς πήγα μετά από πολλές βδομάδες απουσίας ξανά στο γυμναστήριο και ένιωθα πραγματικά τη δύναμή μου να... μην υπάρχει, όπως όταν ήμουν πεσμένη στο πάτωμα στο νοσοκομείο. Η γυμνάστρια μου είπε ότι "με το δικό μου πείσμα" η ανάκαμψή μου θα ήταν πολύ πιο γρήγορη από ό,τι υπολόγιζα, ίσως αυτό μου έδινε τόσο ισχυρή αίσθηση θέλησης και αποφασιστικότητας να σηκωθώ και να φύγω... οκ η βροχή δεν είναι απλώς καιρικό φαινόμενο, στο όνειρο ήταν μάλλον προβλήματα. Προβλήματα που νιώθω απροετοίμαστη να αντιμετωπίσω (παρόλο που στο όνειρο μου είχε φανεί πως θα'χε πλάκα να περπατήσω στη βροχή, αρκεί να είχα τα κατάλληλα παπούτσια και ομπρέλα -άσε που θα χαλούσε και το μαλλί), γι' αυτό γύρισα πίσω, να μπω λίγο κάπου μέσα να προστατευτώ -να βρω και ομπρέλα αλλά όχι εκείνη την παλιά, δεν κάνει. Όμως το λίγο κάπου μέσα προτού το καταλάβεις γίνεται πολύ κάπου μέσα, και το μαγαζί κλείνει και προτού το καταλάβεις σε τραβάνε σάπια κρέατα από το χέρι και προσπαθείς απελπισμένα να τους ξεφύγεις.

It's time to escape girl, I think that's your cue.

Τρίτη, Ιανουαρίου 13, 2009

Blue ease

Ολημερίς και οληνυχτίς καμιά φορά, η δουλειά που έχω διαλέξει να κάνω με καταδικάζει την έρμη να κάθομαι μπρος στον υπολογιστή και να χρησιμοποιώ το γνωστό σε όλους μας word για να γράφω τις μεταφράσεις μου. Θα μοιραστώ μαζί σας ένα ωραίο κολπάκι που μας είχαν δείξει στο μάστερ στην Αγγλία και το οποίο προσφέρει μεγαλύτερη άνεση στα μάτια μπροστά στην οθόνη κάνοντας το φόντο μπλε και τα γράμματα λευκά (χωρίς να αλλάζει κάτι στις ιδιότητες του εγγράφου, είναι απλώς μία επιλογή προβολής). Πηγαίνετε "εργαλεία", "επιλογές", "γενικά", και επιλέγετε "μπλε φόντο, λευκό κείμενο".

Επίσης εξοικονομεί ενέργεια άρα είναι και οικολογικό (ανάλογο του blackle). Βασικά το θυμήθηκα και άρχισα να το χρησιμοποιώ μία μέρα που δούλευα με μπαταρία εκτός σπιτιού και ήθελα να κάνω οικονομία. Μετά το συνήθισα και τώρα νιώθω να με στραβώνει αφάνταστα η λευκή οθόνη στο word.

Τα κεφάλια μέσα...

Επιτέλους ήρθε η ώρα να συμμαζέψω λίγο τη διατροφή μου και να εντατικοποιήσω τη γυμναστική μου (καλός ο χορός δε λέω, αλλά τον κατατάσσω στην κατηγορία "κίνηση", όχι "γυμναστική") γιατί από πριν τα χριστούγεννα μέχρι τώρα αποδυόμουν σε έναν άτυπο αγώνα για τη μέγιστη δυνατή κατανάλωση χριστουγεννιάτικων και μη γλυκών, ο οποίος εντάθηκε από την επιθυμία μου να δοκιμάσω όλα ει δυνατόν τα γλυκά στα μέρη που επισκέφτηκα τις γιορτές. Το πώς το βάρος μου δεν έχει σημειώσει παρά ελάχιστη μεταβολή είναι ένα θαύμα (αν και θα πρέπει να έχει επέλθει μία κάποια αντικατάσταση του μυϊκού ιστού από λιπάκι, δεν γίνεται αλλιώς, κοινώς έγινα λίγο βιοχλαπάτσα).

Καταργώ λοιπόν από σήμερα τα γλυκά (ή τα περιορίζω μέχρι ελαχιστοποίησης τεσπαν) και ακολουθώ το παρακάτω πρόγραμμα γυμναστικής που προτείνω και σε εσάς (μόλις μπείτε στη σελίδα πατήστε στο γαλάζιο το τριγωνάκι του play για να δείτε το βιντεάκι):

http://www.self.com/fitness/workouts/2009/01/the-great-one-month-slim-down-slideshow?showall=true

Εγώ το μισο-έκανα χθες (παρέλειψα μία άσκηση και μερικές επαναλήψεις από άλλες), και ήδη πιάστηκα! Η ανάκαμψη άρχισε!

Παρασκευή, Ιανουαρίου 09, 2009

Το κάστρο που ξυπνά τα παραμύθια

Ας αρχίσω να σας γράφω για τα μέρη που πήγα την πρωτοχρονιά ξεκινώντας από ένα φανταστικό κάστρο που κάπως από σπόντα επισκέφτηκα με τον φίλο μου στο ελβετικό χωριό Gruyeres (θέλει και ένα accent grave -κοινώς βαρεία- στο πρώτο e αλλά βαριέμαι να ψάχνω τη γαλλική γραμματοσειρά τώρα, sorry). Το χωριό αυτό έχει δώσει το όνομά του στο γνωστό τυρί γραβιέρα, και αυτός ήταν ο κύριος λόγος που ήθελα να το επισκεφτώ (το γιατί η τυροκομία είναι λόγος ικανός να σε τραβήξει να επισκεφτείς ένα μέρος αυτή τη στιγμή μου διαφεύγει, but it somehow made sense at the time -όπα το αγγλικό μου βγήκε πολύ αυθόρμητα, θα έχω πρόβλημα με τη μετάφραση και είμαι κρύα ακόμη από τις διακοπές).

Το τοπίο γύρω μαγευτικό, το κάστρο σε ύψωμα που σου χαρίζει πλήρη εποπτεία της κοιλάδας όπου είναι χτισμένο το χωριό, ενώ πανύψηλα και χιονισμένα βουνά στέκουν επιβλητικά παραπέρα, με το λευκό των κορφών τους να λαμπυρίζει στο καθαρό φως της ηλιόλουστης μέρας.



Ok, στη φωτό τα βουνά δεν είναι χιονισμένα, έχει τραβηχτεί καλοκαίρι, χιονισμένα είναι έτσι:



Αλλά ούτε τόσο χιονισμένα ήταν, φανταστείτε κάτι ενδιάμεσο.

Με το που μπήκα μέσα στο πρώτο δωμάτιο άρχισε να βγαίνει αυθόρμητα από μέσα μου το σενάριο της ζωής της δεσποσύνης του κάστρου, με πρωταγωνιστές εμένα και τον καλό μου. Εφαλτήριο της φαντασίας μου ήταν το διπλό γωνιακό περβάζι ενός παραθύρου που έβλεπε προς τα βουνά. "Α, τι ωραία, φαντάζομαι την εποχή εκείνη, να ήμουν εγώ μία δεσποσύνη και να καθόμουν εδώ πλάι στο παράθυρο και να κεντάω ενώ περιμένω να γυρίσεις από τη μάχη -από τις άφθονες που έζησε η πολεμικά περιπαθής ουδέτερη Ελβετία προφανώς-", λέω στον καλό μου. "Κι εγώ μόλις που επιστρέφω", μου απαντά αυτός. "Α, όχι μην γυρίσεις ακόμη, αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε τολμηρές περιπτύξεις (κέντημα το λέμε τώρα;) με τον εραστή μου πλάι στο τζάκι (ακριβώς δίπλα ήταν ένα τεράστιο τζάκι-δωμάτιο). "Ωραία, έτσι θα σας βάλω κατ' ευθείαν στη φωτιά να σας κάψω και τους δύο, δεν θα κουραστώ καθόλου".

Προχωράμε σε ένα δωμάτιο με πανοπλίες. "Να εδώ, είναι η γκαρνταρόμπα σου", του λέω. Και δείχνοντας μία πιο μεγάλη και φουσκωτή πανοπλία: "αυτή είναι από τότε που είχες παχύνει λίγο". Παραμέσα ένα δωμάτιο με μία ιδιότυπη σόμπα στη γωνία, χτισμένη γύρω γύρω με πλακάκια, και στο πλάι, από τη μεριά του τοίχου, μία σκάλα. "Να, όταν έχει πολύ κρύο ανεβαίνω από τη σκαλίτσα αυτή και κάθομαι πάνω στη σόμπα" (η φαντασία βλέπετε δίνει σαφείς λεπτομέρειες, δεν τα λέει έτσι, γενικά). Ακολουθεί το δωμάτιο όπου πίνω καφέ με τις φίλες μου ("εκεί που κάθεστε και κουτσομπολεύετε"), ένα δωμάτιο με σαλόνι και πιάνο ("Να, εδώ ακούμε μουσική δωματίου!"), μία αίθουσα με ένα τεράστιο τραπέζι, ατέλειωτο σε μήκος, με την καρέκλα της κεφαλής μεγαλύτερη από τις άλλες ("Εδώ κάνει τα συνέδρια ο μπαμπάς"), ένας πίνακας φτυστός το εξώφυλλο από τις μάγισσες της Σμύρνης ("Αυτή εδώ είναι μία θεία μου, κανείς δεν την χωνεύει απ' το σόι") ένας άλλος με ένα ροδομάγουλο αρχοντοθρεμμένο κοριτσάκι ("Εδώ μικρή με το πόνυ μου")... και πάει λέγοντας.

Βγαίνοντας από το κάστρο απαλύνω τους παροξυσμούς της φαντασίας μου με μία ελβετική σοκολάτα με ξηρούς καρπούς και μέλι (μιαμ μιαμ!) περπατώντας στον πλακόστρωτο δρόμο του εξίσου παραμυθένιου χωριού. (Τους μήνες που ο καιρός είναι πιο καλός είναι ανοικτό και το εργοστάσιο που φτιάχνει τις σοκολάτες αυτές, τις Cailler, ένας καλός λόγος να επισκεφτώ ξανά το χωριό).