Πέμπτη, Νοεμβρίου 27, 2008

Rhythm (who is a dancer ως γνωστόν) knows when it's time

Όπως είδατε αν διαβάσατε 2-3 posts πιο κάτω, το τάνγκο δεν μπόρεσε να με βγάλει από την άσχημη ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρισκόμουν τις τελευταίες μέρες. Όχι μόνο δεν βοηθούσε αλλά ενέτεινε την απελπισία μου καθώς έβλεπα την κακή διάθεσή μου να μπαίνει ανάμεσα σε μένα και το χορό και να μη με αφήνει να επικοινωνήσω ουσιαστικά με τον καβαλιέρο. Χθες το βράδυ όμως πήραν τα ηνία τα λάτιν, που είχα να χορέψω από πέρυσι. Χοροί πολύ διαφορετικοί, γεμάτοι ρυθμό και ξέφρενη κίνηση, χοροί που δεν αφήνουν τη σκέψη να βουλιάξει στο βούρκο με τα σκατά (με το συμπάθιο, συγνώμη για το άκομψο της έκφρασης αλλά έτσι το σκέφτηκα, θέλω να εκφράζομαι με τρόπο αυθεντικό), γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει χρόνος για κάτι τέτοιο, πρέπει να κάνεις τη στροφή σου και να ξαναβρεθείς σωστά απέναντι στον καβαλιέρο, να θυμηθείς ποια φιγούρα προσπαθεί να σου κάνει (τουλάχιστον εγώ χθες που "ξέθαβα" τις φιγούρες μέσα από το χρονοντούλαπο την περισσότερη ώρα αυτό έκανα) μέσα σε ελάχιστο διάστημα, να μην πατήσεις και (κυρίως!) να μην πατηθείς -χθες όχι μόνο δέχθηκα το διατρητικό πάτημα πολλών τακουνιών αλλά ένα από αυτά μου έβγαλε (!) κιόλας το παπούτσι που φορούσα (εντάξει μπαλαρίνες ήταν, δεν ήταν και αθλητικά, και πάλι όμως, φοβερό σημάδι η τύπισσα, όποια κι αν ήταν). Πρέπει βέβαια να πω ότι η διάθεσή μου είχε ήδη φτιάξει καθώς μία φωνή που άκουσα απρόσμενα από το υπερπέραν (τελοσπάντων από πολύ μακριά) επανατοποθέτησε τις σκέψεις μου και κατεύνασε τους φόβους μου, έτσι ο χορός με βρήκε μέσα μου πολύ "ελαφρύτερη" και με πέταξε πολύ πιο μακριά. Ενώ επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι χθες βράδυ συνέβαινε κάτι το εξωπραγματικά σπάνιο για χορευτική βραδιά: οι καβαλιέροι ήταν πιο πολλοί από τις ντάμες !!! (συνήθως η αναλογία φέρνει τις γυναίκες συντριπτικά υπεράριθμες, και αν όχι συντριπτικά τουλάχιστον αναγκασμένες να χορεύουν οι πιο πολλές part time). Χθες μιλάμε (μ'αρέσει αυτό το "μιλάμε", παρεισφρέει ο προφορικός μου λόγος στο ύφος του γραπτού, αυτό είναι το ωραίο στο μπλογκ, υπάρχει ελευθερία) οι καβαλιέροι έψαχναν τις ντάμες και κοιτούσαν με το βλέμμα του κυνηγού που ψάχνει να θήραμα και κοιτάζει "περισκοπικά" γεμάτος ετοιμότητα και αποφασιστικότητα ξέροντας πως ό,τι βρει πρέπει να το "χτυπήσει" αμέσως, αλλιώς θα του φύγει. Έτσι, μια βραδιά που δεν σκόπευα καν να πάω για χορό, απλά έτυχε να είμαι στο σπίτι μίας χορομανούς φίλης μου μέχρι την ώρα που άρχιζε, που δεν είχα καν βάλει κατάλληλα παπούτσια (αν και τελικά οι μπαλαρίνες είναι πιο άνετες, με μόνο μειονέκτημα ότι μπορεί να σου τις βγάλει το τακούνι της αλληνής, συν ότι με το να είναι "φλατ" της προσφέρεις μεγαλύτερη επιφάνεια -τι επιστημονική σκέψη έκανα τώρα, είμαι γεννημένη επιστήμονας λοιπόν- για να σε εμβολίσει), ή τα ρούχα που θα ήθελα (θα προτιμούσα να πάω με φούστα και σίγουρα όχι με μακρυμάνικο) (ας μην προσθέσω ότι και τα μαλλιά μου ήταν χάλια, είχαν φριζάρει μετά το λούσιμο γιατί δεν είχα βάλει αφρό, δεν πρέπει τελικά να το παραλείπω)(άντε, κατέληξε κάπου κοπέλα μου, μας έχεις πήξει στις δευτερεύουσες προτάσεις!) πέρασα πολύ καλά, είδα κόσμο, ξαναθυμήθηκα τη σάλσα (ή μάλλον συνειδητοποίησα ότι δεν έχω κατά βάση ξεχάσει τη σάλσα) και τους υπόλοιπους χαρούμενους και χαριτωμένους χορούς (τι συνήχηση! χιχιχι!) και επανήλθα επιτέλους στην τροχιά της φυσιολογικής μου ψυχολογικής κατάστασης μέσα απ'τις απανωτές στροφές και φιγούρες.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 24, 2008

Στην Κατερίνα

Κατεβαίνοντας τις σκάλες φεύγοντας ένιωσα κάτι μέσα μου να διασπάται αργά και να διαχέεται γύρω μου. Μία εξάντληση, (κάπου αναρωτήθηκα αν θα έβγαζα όλες τις σκάλες, μήπως να έπαιρνα το ασανσέρ;), μία ανάσα που βγαίνει από πιο βαθιά, θα ήθελα τη στιγμή εκείνη να πέσω για ύπνο και από κούραση αλλά και από αυτή τη χαλάρωση... Σαν να λύνονταν από μέσα μου ένας ένας οι κόμποι που με κρατούσαν τόσο σφιγμένη, γι' αυτό και έχανα το σχήμα μου, χυνόμουν στο χώρο, αλλά τι ανακούφιση να νιώθεις την καρδιά σου απεγκλωβισμένη από το σιδερένιο κλουβί που τη φύλαγε, επιτέλους λίγο πιο καλά. Σαν εξορκισμός σχεδόν ένιωσα να λειτουργεί ως την ώρα που μπήκα στο αυτοκίνητο. Επιτέλους, λίγη γαλήνη, μέσα σε χίλια αναπάντητα γιατί μία ανάσα σταθερή και ένα βλέμμα ήρεμο πριν το ανίσχυρο μυαλό μου κάτσει να ασχοληθεί με το χάος της ψυχής μου. Επιτέλους ένα βήμα πίσω ώστε να φαίνεται καλύτερα η συνολική εικόνα μετά από τη μυωπική αγκύλωση με την οποία κολλούσα τη μύτη μου πάνω σε ό,τι με ενοχλούσε και το κοίταζα αλληθωρίζοντας μέχρι να πονέσουν τα μάτια μου. Επιτέλους, κάτι.

Where were you when I fell from grace...

Για να μπείτε στο κλίμα του post που ακολουθεί, δείτε το παρακάτω video clip (Depeche Mode- Suffer well), που είναι ακριβώς σαν ένα όνειρο και ταιριάζει απίστευτα με την παρούσα ψυχολογική μου κατάσταση. (Kαι στο τέλος αυτή εμφανίζεται και είναι σαν να μην έγινε τίποτα!)



Και μετά από την αρμόζουσα αυτή εισαγωγή, περνάω στην περιγραφή των ονείρων που είδα τα τελευταία βράδια:

1. Ο άνθρωπος που αγαπώ μου προκαλεί σωματικό πόνο πιέζοντας με το χέρι του πάνω στην ηβική μου σύμφυση.

2. Η απόλυτη ενσάρκωση του φόβου για μένα σε πολλαπλά αντίγραφα παντού μέσα στο χώρο, εξευγενισμένα, σχεδόν όμορφα, ψεύτικα, άτρωτα, με μια μουγκή μακαβριότητα απαντούν παντού γύρω μου αν καλοκοιτάξω παρόλο που δεν τα αντιλαμβάνομαι πολλές φορές με την πρώτη ματιά.

3. Είμαστε σε μία αίθουσα διδασκαλίας με ατομικά θρανία (ο θεός να την κάνει, είναι ένα στενάχωρο δωμάτιο, σκοτεινό, με μαύρους τοίχους, παγωμένους και μουχλιασμένους). Αυτός βγαίνει στον πίνακα να λύσει μία άσκηση (άσκηση λέει... τι αναλαμπή μου ΄ρθε όμως ε;) και την ίδια στιγμή ένας γέρος ασπρομάλλης που κάθεται μπροστά μου και έχει την ίδια απαίσια, εφιαλτικά βραχνή και διαπεραστικά "σπασμένη" φωνή με έναν θαμώνα του καφενείου που είχαμε πάει στην Τήνο, πιάνει το γόνατό μου, πάει να μου βάλει χέρι. Εγώ του πιάνω το χέρι και με ένα αργό αντιζύγισμα των δυνάμεών μας το κατεβάζω (τώρα εγώ ή αυτός εμένα;) ως το πάτωμα. Αυτός που ήταν στον πίνακα (υποτίθεται ο καλός μου) βγαίνει από την αίθουσα (νομίζω έχει δει τι έχει γίνει). Πάω κι εγώ να φύγω αλλά πρέπει πρώτα να μαζέψω τα πράγματά μου, τα οποία είναι πολλά και όλο μου πέφτουν, δεν μπορώ να τα κρατήσω όλα μαζί και να φύγω.
Αργότερα, έχοντας βγει έξω, βλέπω ένα μικρό σμήνος από μύγες, πολύ μικρές (ίσως επειδή μεταφράζω τη μύγα Drosophila, γνωστή σταρ των πειραμάτων γενετικής και αναπτυξιακής βιολογίας τώρα που το σκέφτομαι, εκτός αν υπάρχει κάποιος άλλο συμβολισμός) και παίρνω ένα κουτί για να τις βάλω μέσα, έστω λίγες από αυτές. Το κουτί έχει ήδη μέσα δυο-τρία τέτοια μυγάκια και μια-δυο μεγάλες μύγες. Το κλείνω με σχετικά λίγες μύγες μέσα, οι πιο πολλές διαφεύγουν, αλλά μου μένουν και μερικές. Το κουτί είναι παλιό και φθαρμένο, σκούρο ροζ (αν έχει σημασία).

Αυτά. (Αυτά δηλαδή ζω τη νύχτα μόνο).

Τάγκο και ψυχή

Μέσα στη μαύρη απελπισία που περιγράφω με γλαφυρό όσο και τρικυμιώδη τρόπο στο προηγούμενο post, πήγα σήμερα το απόγευμα στο πράκτικα του τάγκο (την πρακτική εξάσκηση όπου χορεύουν ελεύθερα μαθητές όλων τον επιπέδων, πολύ καλή ευκαιρία ιδιαίτερα για τους αρχάριους και δη για τις ντάμες να πάρουν μία γεύση από τη γλύκα του χορού που τους περιμένει όταν και αυτοί λίγο ανέβουν). Βδομάδα παρά βδομάδα γίνεται το μάθημα αυτό και το περιμένω πώς και πώς. Άλλη μία φορά που είχα πάει, αν και πολύ αρχάρια τότε, ήμουν ανάλαφρη σαν πούπουλο, δεκτική στην κίνηση και ενθουσιώδης με το χορό. Είχα τότε χορέψει, εντελώς ανυποψίαστη για το τι με περίμενε, με έναν πολύ προχωρημένο καβαλιέρο που με καθοδηγούσε τόσο όμορφα και που μου έβγαζε αβίαστα τόσο πολλές φιγούρες που με είχε μαγέψει. Η κίνησή του να μεταφέρεται στο σώμα μου με τον τρόπο που το ρεύμα ταξιδεύει ένα φύλλο που έπεσε μέσα στο νερό, μία καθοδήγηση άρρητη, μυστική, μία σχέση μέσα από το χορό τόσο τρυφερή όσο ένα ροδοπέταλο να χαϊδεύει το μάγουλό σου. Μία τέλεια στιγμή.

Μία τέλεια στιγμή... σε πολλά πράγματα είναι κάτι που μπορείς όμως να ζήσεις όταν η καρδιά σου είναι ήρεμη, όταν η ψυχή σου είναι ευχαριστημένη και ελεύθερη και ολόκληρη δικιά σου και ολόκληρη δοσμένη σε αυτό που κάνεις και αγαπάς. Η δική μου ψυχή ήταν ωστόσο σήμερα... αλλού δεμένη, με άλλα μάγια, σατανικά, που την είχαν πιάσει από το λαιμό και της κόβαν την ανάσα, με πόνο οξύ και διαπεραστικό να την κεντάει ως μέσα, με το σιδερένιο χέρι της απόγνωσης και της δυστυχίας να τη σφίγγει ανυπόφορα. Από την αρχή με τις ασκήσεις στον καθρέφτη δεν ήμουν συγκεντρωμένη. Τα πόδια μου ακολουθούσαν σε γενικές γραμμές τα βήματα αλλά μάλλον ασυναίσθητα και αυτόματα, χωρίς πραγματική όρεξη, πραγματική επικοινωνία με τη μουσική, πραγματική λαχτάρα για το χορό.

Ακόμη και καβαλιέροι που με είχαν ξαναχορέψει, και είχα μαζί τους άνεση και οικειότητα τόσο χορευτική όσο και προσωπική, με βρήκαν ατίθαση και "σκληρή" στην κίνηση, ανόρεχτη να ακολουθήσω, μαγκωμένη και ανίκανη να αφεθώ. Για αυτούς που δεν με είχαν ξαναχορέψει ούτε λόγος, η απόλυτη πανωλεθρία. Μόνο ο δάσκαλος κάπως με κουλάντρισε, με την πάντα ευχάριστη αίσθηση "σφουγγαράκι" που έχω μαζί του (μαλακός μεν αλλά τον αντιλαμβάνεσαι με σαφήνεια, κατευθύνει χωρίς να πιέζει, η απόλυτα "σωστή" ενέργεια πάνω στο χορό), αλλά το κακό με τους δασκάλους είναι ότι δεν θα σου κάνουν εύκολα κάτι που δεν σου έχουν μάθει, σε αντίθεση με τους προχωρημένους καβαλιέρους, έτσι χάνεις την έκπληξη του καινούριο που αν και σε ξενίζει μερικές φορές (και ναι, πολλές φορές δεν θα σου βγει), σε ενθουσιάζει για το πόσα σε περιμένουν ακόμη να μάθεις. Αλλά και αν δεν είχα χορέψει καλά με το δάσκαλο δεν θα με ένοιαζε τόσο (θα με απογοήτευε σίγουρα, αλλά θα το ξεπερνούσα). Αυτό που με χάλασε ήταν που δεν χόρεψα όπως ήθελα με τον σούπερ καβαλιέρο που περιέγραψα παραπάνω. Πριν ένα μήνα, πρωτόμαθη και άβγαλτη αφέθηκα ανυποψίαστη (για το πόσο καλός ήταν) στα χέρια του σαν κορίτσι στο πρώτο του ξύπνημα, άμαθο μα με την καρδιά καθαρή για να ανθήσει η ομορφιά του έρωτα. Σήμερα παρέδωσα στα χέρια του μία ψυχή "χαλασμένη", ένα σώμα σφιγμένο, απρόθυμο να αφεθεί, να εμπιστευτεί, γεμάτο φόβο και πληγές και πόνο, να "κλωτσάει" και να κοντράρει σε κάθε κίνηση, παρά τις βαθιές ανάσες μέσα απ'τις οποίες προσπαθούσα να μαζέψω όσα ήταν αρνητικά μέσα μου και να τα βγάλω, να τα διώξω προς τα έξω με την εκπνοή. Σαν μία γυναίκα κατεστραμμένη και αμετάκλητα δυστυχισμένη, που στρέφεται στα χέρια του έμπειρου και τρυφερού εραστή προσπαθώντας να νιώσει λίγο από τη μαγεία του έρωτά του, από τις πολύχρωμες κορδέλες που στριφογυρίζουν το χορό του, να γευτεί λίγο μέλι στην αιχμή του ξυραφιού που την κόβει και τη ματώνει. Και που δεν τα καταφέρνει. Που καταλαβαίνει ότι η χαρά και η ανέμελη ευχαρίστηση έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί για αυτήν, ότι το μόνο που την περιμένει στο εξής είναι ακόμη περισσότερος πόνος. Και που αν όχι για την ίδια αισθάνεται άσχημα για εκείνον, γιατί δεν μπορεί να του προσφέρει σάρκα και πνοή και δόσιμο όσο αξίζει η τέχνη του έρωτά του και το τρυφερό του άγγιγμα.

Ελπίζω μία μέρα ιδανικέ (κι εγώ η ανάξια) εραστή μου να μπορέσω να σου δοθώ απόλυτα και ολοκληρωτικά, και να χτιστεί μία τέλεια στιγμή μέσα απ'το σμίξιμό μας.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 21, 2008

Το λιμάνι και το πέλαγο

Είναι φορές που αφήνεις τη ζωή σου να προχωρήσει, ακολουθείς την πορεία της όπου σε πάει και εκεί που νομίζεις ότι όλα πάνε καλά και αρμενίζεις ανέμελα στα πέλαγά της, τσουπ, σε παίρνει μέσα μία ρουφήχτρα, μία δίνη πανίσχυρη, ακατανίκητη, κάτι που νιώθεις αδύναμος να παλέψεις και που μόνο σε πάει πιο κάτω, όλο και πιο κάτω, δεν σε αφήνει πια να πάρεις ανάσα, παγερή κι αλαφιασμένη με τη μανία της η θάλασσα ορμά να μπει από τα ρουθούνια κι απ'το στόμα σου θέλοντας να φτάσει ως τα πνευμόνια, και αν μπορεί ως την καρδιά σου για να στη πετρώσει. Κι η καρδιά σου σφίγγεται, σφίγγεται κι αλαφιάζει, τρέμει και αναριγεί, δεν μπορεί να καταλάβει πού έφταιξε, ήταν όλα τόσο ήρεμα, τόσο ομαλά, εκεί, πάνω στην επιφάνεια ήταν όλα τόσο αισιόδοξα, τόσο ευοίωνα, νόμιζε ότι την περίμεναν μόνο κυματάκια που με χαρούμενο τραμπαλισμό θα την οδηγούσαν σε πλούσια λιμάνια που θα την καλοδέχονταν σαν αγκαλιές ζεστές και μυρωμένες. Είχε ξεχαστεί. Και είχε περιπλανηθεί περισσότερο από όσο την έπαιρνε. Ίσως δεν κατάλαβε ότι είχε ξεσυρθεί τόσο μακριά. Ότι είχε αφήσει τον κίνδυνο να πλησιάσει τόσο. Το καράβι είχε μείνει αφρόντιστο καιρό, καθόλου δεν το πρόσεχε, μόνο το άφηνε να ταξιδεύει κατά τη βούληση του καπετάνιου, είχε δεν είχε τη δύναμη και την αντοχή να ακολουθήσει τα ταξιδιωτικά του σχέδια. Και να που τώρα έμενε ακυβέρνητο να περιπλανιέται σαν φάντασμα και να παλεύει κούφιο και μοναχό τις τρικυμίες, να λούζεται ανήμπορο τα κύματα ώσπου να το καταπιεί η θάλασσα.

Μέσα από τα γδαρμένα κατάρτια, μέσα από σκαρί σου, μέσα από την ψυχή σου πρέπει να βρεις κάτι να ζεστάνει το μέσα σου με την ελπίδα ότι "έχει στεριά κάπου εδώ κοντά". Εσύ που τόσο λαχτάρησες να ζήσεις το ταξίδι, παρακαλάς τώρα για λιμάνι.